Δευτέρα 25 Σεπτεμβρίου 2017

Ποιὰ ἡ σημασία τῆς Κυριακῆς γιὰ τὸν Χριστιανό;




Στοὺς Ἑβραίους ἐδόθη ἡ ἀπαγόρευση τῆς ἐργασίας κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ Θεὸς θέλησε νὰ περιορίσει τὴν ἀναισθησία καὶ τὴ φιλοσαρκία τοῦ λαοῦ αὐτοῦ καὶ τὴ ροπή του πρὸς τὴν ὕλη. Ἡ φύλαξη λοιπὸν τοῦ Σαββάτου ἀναφερόταν στοὺς ἀδύνατους πνευματικὰ Ἰσραηλίτες. Κίνητρο γιὰ τὴν τήρηση αὐτῆς τῆς ἐντολῆς ἦταν ὁ φόβος τῆς τιμωρίας.


Ὅμως ἡ σχέση αὐτὴ τοῦ φόβου καταργήθηκε μὲ τὴν υἱοθεσία «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Ὁ χριστιανὸς δὲν εἶναι πλέον δοῦλος, ἀλλὰ υἱὸς (Ἰω. α' 12. Ρωμ. η' 15-17. Γαλ. δ' 4-7). Δὲν βρίσκεται πλέον κάτω ἀπὸ τὸν νόμο, ἀλλὰ κάτω ἀπὸ τὴ χάρη (Ρωμ. στ' 14). Μὲ βάση τὴ νέα σχέση τῆς υἱοθεσίας καλεῖται νὰ στρέψει ὅλη τὴν ἐπιθυμία του πρὸς τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἐκτελεῖ διαρκῶς τὸ θέλημά Του ὄχι πλέον ἀπὸ φόβο, ἀλλὰ ἀπὸ ἀγάπη. Ὄχι μία ἡμέρα τὴν ἑβδομάδα, ἀλλὰ σὲ ὅλη του τὴ ζωή.


Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Κυριακὴ δὲν εἶναι ἁπλῶς ἡ ἀντικατάσταση τοῦ Σαββάτου ἀπὸ μέρους τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ἡ ἡμέρα τῆς νέας δημιουργίας, ἡ γενέθλιος ἡμέρα τῶν παιδιῶν τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἡ Κυριακὴ συμβολίζει τὴν αἰώνια ἀνάπαυση τῶν πιστῶν. Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ὁ Κύριός μας εἰσήγαγε στὴ δική Του κληρονομιά, στὴν ὁποία ὁ ἴδιος εἰσῆλθε σὰν πρόδρομος (Ἑβρ. στ' 20). Αὐτὴ τὴν ἡμέρα ἄνοιξαν οἱ πύλες τοῦ οὐρανοῦ. βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὸν ἑβδομαδιαῖο κύκλο τῶν Ἰουδαίων καὶ χαρακτηρίζεται ὡς ὀγδόη ἡμέρα (πρβλ. Ταλμ. στ' 1). «Ὥστε καὶ ἂν εἰπῆς "ἡμέραν" καὶ ἂν εἰπῆς "αἰῶνα" τὴν αὐτὴν ἔννοιαν ἐκφράζεις... Θέλοντας λοιπὸν νὰ ἑλκύση τὸν νοῦν πρὸς τὴν μέλλονταν ζωήν, ὠνόμασε, "μίαν" τὴν εἰκόνα τοῦ αἰῶνος τὴν ἀπαρχὴν τῶν ἡμερῶν, τὴν συνομήλικον τοῦ φωτός, τὴν ἁγίαν Κυριακήν, αὐτὴ ποὺ ἐτιμήθη μὲ τὴν ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου» (Μ. Βασίλειος).





Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὀνομάζει τὴν Κυριακὴ «γενέθλιον ἡμέραν τῆς ἀνθρώπινης φύσεως. Διότι εἴμεθα χαμένοι καὶ εὑρέθημεν νεκροὶ καὶ ξαναζήσαμεν ἐχθροὶ καὶ συνεφιλιώθημεν. Διὰ τοῦτο ἁρμόζει νὰ ἀποδίδωμεν εἰς αὐτὴν πνευματικὴ τιμήν...». «Κατ' αὐτὴν τὴν ἡμέραν κατελύθη ὁ θάνατος, ἐσβέσθη ἡ κατάρα, ἐξηφανίσθη ἡ ἁμαρτία, ἔσπασαν αἱ πύλαι τοῦ Ἅδου, καὶ ἔγινε αἰχμάλωτος ὁ διάβολος καὶ κατελύθη ὁ διαρκὴς πόλεμος καὶ ἔγινεν ἡ συμφιλίωσις τοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς ἀνθρώπους...». Ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν ἀποστόλων καὶ στοὺς μεταποστολικοὺς χρόνους οἱ χριστιανοὶ τελοῦσαν τὶς συνάξεις τους γιὰ τὴν τέλεση τῆς θείας εὐχαριστίας κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Κυρίου, δηλαδὴ κατὰ τὴν Κυριακή.


Κάθε φορὰ ποὺ οἱ χριστιανοὶ θὰ συναχθοῦν νὰ τελέσουν τὴ θεία εὐχαριστία ἐπαναλαμβάνεται τὸ γεγονὸς τῆς ἀνάστασης καὶ τῆς Πεντηκοστῆς. Γι' αὐτὸ καὶ στὸ τέλος τῆς λειτουργίας ψάλλουμε: «Εἴδομεν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον...».


Αὐτὸ τὸ φῶς καὶ τὸ Θεῖο Πνεῦμα ἕνωσε καὶ πάλι τοὺς πιστοὺς στὸ ἕνα Σῶμα. Μ' αὐτὴ τὴν ἐσωτερικὴ ἑνότητα καὶ εἰρήνη καλοῦνται πλέον νὰ ἐπιστρέψουν στὸν κόσμο καὶ νὰ βιώσουν αὐτὴ τὴν εἰρήνη ὁλόκληρη τὴν ἑβδομάδα. «Ἐν εἰρήνῃ προέλθωμεν!», λέγει ὁ ἱερέας κατὰ τὸ τέλος τῆς θείας λειτουργίας. Καὶ ἐπειδὴ ὑπάρχει πάντοτε ὁ κίνδυνος τῆς πτώσης ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἐν Χριστῷ εἰρήνη καὶ ἑνότητα, εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐπιστρέφουν οἱ πιστοὶ στὸ λειτουργικὸ χῶρο καὶ νὰ βιώνουν καὶ πάλι αὐτὴ τὴν εἰρήνη τῆς θείας εὐχαριστίας καὶ τοῦ «εἷς ἐν Χριστῷ».


Κλείνοντας παρατηροῦμε πὼς τὸ λειτουργικὸ ἔτος δὲν εἶναι ἁπλὸ μέτρο ὑπολογισμοῦ τοῦ χρόνου, ἀλλὰ βίωση ὁλοκλήρου τοῦ μυστηρίου τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου καὶ προεικόνιση τῆς αἰωνιότητας, στὴν ὁποία προσβλέπει κάθε χριστιανός. Ὁ λειτουργικὸς χρόνος κινεῖται στὸ αἰώνιο παρὸν δὲν ὑπάρχει διαχωρισμὸς ἀνάμεσα στὸ παρελθόν, στὸ παρὸν καὶ στὸ μέλλον. Εἶναι ὁ νέος χρόνος τῆς μεταμόρφωσης καὶ τῆς ἀφθαρσίας, λουσμένος μὲ τὸ ἀνέσπερο φῶς τῆς ὀγδόης ἡμέρας.


Στὸ λειτουργικὸ χῶρο καὶ χρόνο τὰ πάντα ἀνακεφαλαιώνονται «ἐν Χριστῷ». Ἡ ἀνθρωπότητα ξαναβρίσκει τὴν ἑνότητα τῆς μιᾶς ἀνθρώπινης φύσης καὶ ἀσκεῖ τὴν βασιλικὴ καὶ Ἱερατική της διακονία μέσα στὴ δημιουργία τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποία φέρει καὶ πάλι σὲ δοξολογικὴ σχέση μὲ τὸν Τριαδικὸ Θεό.


Στὸ λειτουργικὸ χρόνο δὲν ἐνθυμούμεθα ἁπλῶς, οὔτε ἀναγόμεθα στὰ γεγονότα τῆς Θείας οἰκονομίας, ἀλλὰ ζοῦμε μυστικὰ τὰ γεγονότα αὐτὰ καὶ συμμετέχουμε μυστηριακὰ στὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ πάντων τῶν ἁγίων γινόμαστε μέτοχοι τῆς κληρονομιᾶς τοῦ Χριστοῦ καὶ κοινωνοὶ τῆς ἁγιότητάς Του. Στὸ λειτουργικὸ χρόνο δὲν ἑορτάζουμε ἁπλῶς τὶς ἱερὲς μνῆμες τῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ γινόμαστε κοινωνοὶ τῆς σωτηρίας, ποὺ εἶναι ἡ ἐσωτερικὴ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας, παροῦσα διὰ μέσου τῶν αἰώνων.


Ὁ ἑορταστικὸς κύκλος τῶν Χριστουγέννων προβάλλει τὴν εἴσοδο τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο τῆς πτώσης. Δὲν εἶναι κίνηση ἀπὸ τὰ κάτω πρὸς τὰ πάνω, ἀλλὰ ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο• συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἀνόρθωση τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ «παιδίον» τὸ ὁποῖο «ἐγεννήθη ἡμῖν καὶ ἐδόθη ἡμῖν» εἶναι ὁ ὑπερούσιος καὶ ἀπρόσιτος Θεός, ποὺ γίνεται ὁρατὸς καὶ προσιτὸς στὸν πεσμένο ἄνθρωπο. Μὲ τὴν πράξη αὐτὴ ὁ Θεὸς ἀποδέχεται τὴ δημιουργία Του καὶ τὴν ὁδηγεῖ ἀπὸ τὴν πτώση στὴν ἀνόρθωση, ἀπὸ τὸ θάνατο στὴ ζωή, ἀπὸ τὴ φθορὰ στὴν ἀφθαρσία. Γι' αὐτὸ καὶ ὁλόκληρη ἡ κτίση συνεορτάζει αὐτὸ τὸ γεγονός.


Ὁ ἑορταστικὸς κύκλος τοῦ Πάσχα ὁδηγεῖ τὸν πιστὸ μέσα ἀπὸ μακρὰ προετοιμασία μετανοίας καὶ ἄσκησης, ποὺ κορυφώνεται κατὰ τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα, στὴ νύχτα τῆς ἀνάστασης, στὴν ἀπαρχὴ τῆς «ἄλλης βιωτῆς», ὅπου ἑορτάζουμε τὴ νέκρωση τοῦ θανάτου καὶ τὴν καθαίρεση τοῦ ἅδου.


Ὁ ἄνθρωπος, ποὺ στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ προσελήφθη ἀπὸ τὴν Θεότητα, ἐνίκησε τὸν θάνατο καὶ ἀνέστη σὲ ζωὴ ἀφθαρσίας καὶ ἀθανασίας, ἀνελήφθη ἔνδοξα μέχρι τὸ ὕψος τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ Πατρός. Μπροστὰ σ' αὐτὸ τὸ «ξένο θέαμα», μένουν ἄφωνοι οἱ χοροὶ τῶν ἀγγέλων καὶ ὁλόκληρη ἡ κτίση περιβάλλει μὲ σιωπὴ τὸ μυστήριο. Αὐτὴ ἡ ἐπιστροφὴ τοῦ ἀνθρώπου στὴν κοινωνία τῆς δόξας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ ὁλοκληρώθηκε μὲ τὴν ἀποστολὴ τοῦ Παρακλήτου στὸν κόσμο καὶ μὲ τὴν ἀκύρωση τῶν συνεπειῶν τῆς πτώσης, ποὺ ἦταν ἡ σύγχυση στὴ Βαβέλ.


Αὐτὴ τὴν βαθιὰ ἑνότητα βιώνει κάθε χριστιανὸς στὸν λειτουργικὸ χῶρο σὲ κάθε εὐχαριστιακὴ σύναξη καὶ ἰδιαίτερα κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Κυρίου, κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς. Δὲν πρόκειται ἐδῶ γιὰ τὴν ἀντικατάσταση τῆς ἡμέρας τοῦ Σαββάτου. Ὁ Χριστιανὸς δὲν βρίσκεται πλέον στὴν κατάσταση τοῦ δούλου, ἀλλὰ τοῦ υἱοῦ. Δὲν βρίσκεται κάτω ἀπὸ τὸ νόμο, ἀλλὰ κάτω ἀπὸ τὴ χάρη καὶ προσφέρει ὁλόκληρο τὸ χρόνο του στὸν Θεὸ. Ὄχι μία μόνο ἡμέρα. «Ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῶ παραθώμεθα»!


Ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς νέας δημιουργίας, ἡ γενέθλιος ἡμέρα τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ποὺ εἰσάγει τοὺς πιστοὺς στὴν αἰώνια ἀνάπαυση. Αὐτὸ θὰ ἐπαναλαμβάνεται μέχρι νὰ γίνει πραγματικότητα ἡ δευτέρα ἔλευση τοῦ Χριστοῦ. Τότε ὁλόκληρη ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁλόκληρη ἡ δημιουργία τοῦ Θεοῦ θὰ ἀποκτήσει τὴν ἐμπειρία μιᾶς διαρκοῦς θείας λειτουργίας, μέσα στὴ διαρκῆ δόξα τῆς ἀνάστασης καὶ τῆς Πεντηκοστῆς (πρβλ. Ἀποκ. κα' 22-25. Ἡσ. ξ' 1-22).

Ἀλεβιζόπουλος Ἀντώνιος (Πρεσβύτερος (+))

Πέμπτη 21 Σεπτεμβρίου 2017

Η θεμελίωση του νηπιοβαπτισμού






Η θεμελίωση του νηπιοβαπτισμού


Κάτω από την επίδραση των προτεσταντικών κυρίως, αλλά και άλλων αιρετικών αντιλήψεων, καθώς επίσης και της έντονης κυριαρχίας της λογοκρατίας, τίθεται συχνά το ερώτημα, εάν ο νηπιοβαπτισμός είναι σύμφωνος με το αποκεκαλυμμένο θέλημα του Θεού. Πίσω από το ερώτημα αυτό κρύβεται η αμφισβήτηση της πρακτικής στην Ορθόδοξη Εκκλησία να βαπτίζονται τα νέα της μέλη στην νηπιακή ηλικία και η ενθάρρυνση να εγκαταλειφθή η μακραίωνη αυτή εκκλησιαστική παράδοση. Ως βασικά επιχειρήματα προβάλλονται η θεωρούμενη έλλειψη αγιογραφικών μαρτυριών, η θεωρούμενη διαπίστωση ότι ο νηπιοβαπτισμός ήταν άγνωστος στους αποστολικούς χρόνους και στους επομένους τρεις αιώνες, και, τέλος, η απουσία της ελεύθερης βούλησης στα νήπια.
Εάν και κατά πόσον ισχύουν τα παραπάνω επιχειρήματα θα το ερευνήσουμε στην συνέχεια.

Η μαρτυρία των Αγίων Γραφών.
Όσο κι αν ερευνήση κάποιος τις άγιες Γραφές είναι αδύνατο να βρη σ’ αυτές ρητή εντολή, με την οποία να απαγορεύεται ο νηπιοβαπτισμός. Δεν υπάρχει βέβαια και ρητή εντολή με την οποία να συστήνεται. Κι αυτό διότι για τους πιστούς της Αποστολικής Εκκλησίας ο νηπιοβαπτισμός δεν αποτελούσε πρόβλημα. Υπήρχε η βεβαιότητα ότι τα νέα της μέλη μπορούσαν να βαπτισθούν σε οποιαδήποτε ηλικία κι αν ευρίσκοντο, ακόμη και στην νηπιακή. Οι αγιογραφικές μαρτυρίες για την αμετακίνητη αυτή πεποίθηση της Αποστολικής Εκκλησίας είναι ποικίλες.
Τα ευαγγελικά και αποστολικά κείμενα της Καινής Διαθήκης μας διδάσκουν ότι το χριστιανικό βάπτισμα είναι το απαραίτητο σημάδι της Νέας Διαθήκης, την οποία έκαμε ο Ιησούς Χριστός με τον Νέο Ισραήλ, όπως ακριβώς το απαραίτητο σημάδι της Παλαιάς του Διαθήκης ήταν η περιτομή. Όταν ο Χριστός, λίγο πριν από την ανάληψή του, παραγγέλλει στους μαθητές του να «μαθητεύσουν πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» (Μτθ. 28:19), θέτει ως πρώτη και απαραίτητη προϋπόθεση για την ένταξή τους στον Νέο Ισραήλ, στην Εκκλησία, την βάπτισή τους. Έτσι το βάπτισμα γίνεται το απαραίτητο σημάδι των μελών της Εκκλησίας. Κατά παρόμοιο τρόπο και στην Παλαιά Διαθήκη η περιτομή αποτελούσε το απαραίτητο σημάδι εκείνων που ανήκαν στον λαό του Θεού. Είναι γνωστό ότι στην Π. Διαθήκη ο Θεός, όχι απλώς επέτρεπε στα νήπια να δεχθούν την περιτομή, αλλά ρητά εντελλόταν να υποβληθή στην περιτομή κάθε αγόρι κατά την ογδόη ημέρα μετά την γέννησή του (Γεν. 17:9-14). Γιατί λοιπόν στην Κ. Διαθήκη να αποκλείση ο Θεός τα νήπια να γίνουν μέλη της Εκκλησίας του; Αυτή η πρακτική της περιτομής στην Π. Διαθήκη αποτελεί ξεκάθαρη αγιογραφική κατοχύρωση του νηπιοβαπτισμού.
Από την Καινή Διαθήκη είναι ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτος ο λόγος τον οποίο απηύθυνε ο απόστολος Πέτρος στο πλήθος που παρακολουθούσε το γεγονός της Πεντηκοστής: «Μετανοήσατε και βαπτισθήτω έκαστος υμών επί τω ονόματι Ιησού Χριστού εις άφεσιν αμαρτιών, και λήψεσθε την δωρεάν του Αγίου Πνεύματος. Υμίν γαρ εστιν η επαγγελία και τοις τέκνοις υμών και πάσι τοις εις μακράν» (Πρξ 2:38-39). Το πρώτο μέρος του χωρίου αποτελεί το κατ’ εξοχήν επιχείρημα των Προτεσταντών εναντίον του νηπιοβαπτισμού. Όμως οι ίδιοι αποφεύγουν επιμελώς να αναφερθούν και στη συνέχεια του χωρίου, στην οποία ρητά λέγεται ότι η υπόσχεση του Θεού για την λήψη του Αγίου Πνεύματος με το βάπτισμα αφορά και στα τέκνα τους ανεξαρτήτως ηλικίας.
Ο νηπιοβαπτισμός είναι γνωστός στην Εκκλησία από την αρχή και αδιάκοπα.
Ο νηπιοβαπτισμός αποτελεί πράξη της Εκκλησίας από τους αποστολικούς χρόνους και αδιάκοπα μέχρι και σήμερα. Είναι πολύ γνωστές οι περιπτώσεις βαπτίσεως όλων των μελών της οικογένειας του Κορνηλίου (Πρξ 10:48), της Λυδίας (Πρξ 16:15), του δεσμοφύλακος των Φιλίππων (Πρξ 16:31-34), του αρχισυναγώγου Κρίσπου (Πρξ 18:8) και του Στεφανά (Α’ Κορ 16:15), στις οποίες θα υπήρχαν μικρά παιδιά και νήπια. Αν στην εποχή αυτή οι βαπτίσεις των ενηλίκων αποτελούν τον κανόνα, αυτό εξηγείται από το ότι οι πρώτοι που προσέρχονται στην Πίστη είναι ενήλικες, πολλοί μάλιστα έγγαμοι με απίστους συντρόφους, γεγονός που δυσκολεύει ακόμη περισσότερο την βάπτιση των νηπίων. Όμως από την ειδική αυτή κατάσταση που επικρατούσε κανείς δεν μπορεί να συμπεράνη ότι η πράξη του νηπιοβαπτισμού ήταν άγνωστη. Οι παραπάνω αγιογραφικές μαρτυρίες βεβαιώνουν το αντίθετο. Περισσότερο όμως βεβαιώνεται η πράξη αυτή της Εκκλησίας από την συνέχειά της, όπως μαρτυρείται από τους μεταποστολικούς και λίγο μεταγενέστερους πατέρες.
Ο άγιος Ειρηναίος (130-202 μ.Χ.) γράφει: «Διότι αυτός [ο Χριστός] ήρθε στη γη για να μας σώση όλους δι’ Αυτού –όλους, λέγω, που θα αναγεννηθούν δι’ αυτού εν Θεώ– νήπια, παιδιά, εφήβους, νέους και γέρους. Ήλθε λοιπόν για κάθε ηλικία, γενόμενος νήπιος για τα νήπια, καθαγιάζοντας το παιδί για τα παιδιά…, γενόμενος προς αυτά ταυτόχρονα παράδειγμα ευσεβείας, αρετής και ταπείνωσης» (Κατά Αιρέσεων, 2· PG 7,783-784). Ο Ωριγένης μεταφέρει την αποστολική παράδοση γράφοντας: «Μπορεί κάποιο παιδί που μόλις γεννήθηκε να αμαρτήση; Κι όμως, όπως φαίνεται από τους Ψαλμούς (50:5-7) και τον Ιώβ (14:4), έχει αμαρτία, για την οποία πρέπει να προσφέρη κάποια θυσία… Για τον λόγο αυτό η Εκκλησία έλαβε από τους Αποστόλους την παράδοση να βαπτίζωνται και τα παιδιά. Οι άνθρωποι, στους οποίους παραδόθηκαν τα ιερά Μυστήρια, γνώριζαν ότι μέσα στον καθένα μας υπήρχε έμφυτη η μόλυνση της αμαρτίας, η οποία έπρεπε να ξεπλυθή δι’ ύδατος και Πνεύματος» (Σχόλια εις Ρωμαίους 5,19· PG 14,1047). Ο άγιος Κυπριανός (200-258) τονίζει: «Από αυτή την πνευματική περιτομή [το Βάπτισμα] δεν πρέπει να εμποδίζεται κανείς… κανείς δεν πρέπει να κρατήται μακρυά από το μυστήριο του Βαπτίσματος…, το οποίο, αφού τηρήθηκε και διατηρήθηκε χάριν όλων μας, πιστεύουμε ότι ακόμα περισσότερο πρέπει να τηρηθή για τα βρέφη και τα νεογέννητα, τα οποία ένεκεν αυτής καθεαυτής της θέσεώς τους χρήζουν περισσότερο της βοηθείας μας και του θείου ελέους» (Epistula LVIII).
Με το Βάπτισμα του νηπίου δεν καταργείται η ελεύθερη βούλησή του.
Στην περίπτωση των νηπίων δεν τίθεται καθόλου θέμα ελευθέρας βουλήσεως, διότι αυτή δεν μπορεί καθόλου να εκδηλωθή, όχι μόνον για το βάπτισμα, αλλά και για καμμία άλλη επίδραση επάνω τους. Με την ίδια λογική που κάποιοι αρνούνται το βάπτισμα στα νήπια, κάποιοι άλλοι θα μπορούσαν να αρνηθούν σ’ αυτά την παροχή συγκεκριμένης τροφής, ενδυμασίας, φαρμάκων, και στα μεγαλύτερα παιδιά την αποστολή στο νηπιαγωγείο, στο σχολείο. Όλες αυτές οι ενέργειες θεωρούνται απαραίτητες για το καλώς νοούμενο συμφέρον του παιδιού και επιβάλλονται χωρίς την συγκατάθεσή του. Πολύ δε περισσότερο θα πρέπη να ληφθή υπ’ όψιν ότι ο διάβολος και οι δορυφόροι του δεν έχουν κανένα απολύτως ενδοιασμό να επέμβουν και να προξενήσουν την οποιαδήποτε βλάβη στο αφύλακτο από την θεία χάρη νήπιο. Επομένως δεν πρόκειται για δυνατότητα επιλογής του νηπίου, αλλά για δυνατότητα επιλογής αυτών που τάχθηκαν να προστατεύουν το νήπιο σχετικά με το ποιες δυνάμεις θα ενεργήσουν επάνω του, του Θεού ή του διαβόλου. Εξ άλλου, όταν το νήπιο ενηλικιωθή και θελήση να εγκαταλείψη την Εκκλησία, μπορεί ελεύθερα να το κάνη.
Αξίζει να κλείσουμε την σύντομη αυτή μελέτη με την ομολογία ενός πρώην προτεστάντη, του Ματθαίου Γκάλλατιν, ο οποίος για χρόνια δίδασκε εναντίον του νηπιοβαπτισμού, αλλά μετά την μεταστροφή του γράφει: «Ανακάλυψα ότι όλοι αυτοί –ο Ειρηναίος, ο Ωριγένης, ο Κυπριανός και άλλοι– τιμούσαν τις Πράξεις των Αποστόλων ως θεόπνευστα κείμενα και θεωρούσαν τις απόψεις αυτές περί του Βαπτίσματος και της σωτηρίας των νηπίων απόλυτα σύμφωνες με τα κείμενα αυτά… Πρέπει να ομολογήσω ότι έχω περάσει πολλές ώρες γονατιστός κλαίγοντας και παρακαλώντας τον Θεό να με συγχωρήση που συκοφάντησα τους αγίους Του. Και όλα αυτά στο όνομα μιας ιδέας, που δεν υπήρχε καν τα πρώτα χίλια πεντακόσια χρόνια της ιστορίας της Εκκλησίας» (Διψώντας για τον Θεό, σ. 202).

Αρχιμ. Αυγουστίνος Μύρου

Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2017

«Δεν θέλω να πάω στην εκκλησία γιατί σκανδαλίζομαι, προσεύχομαι και στο σπίτι μου».





Ένας λογισμός που ίσως έχει περάσει από το μυαλό των χριστιανών και που συχνά τον ακούμε από χριστιανικά στόματα είναι πως «δεν θέλω να πάω στην εκκλησία γιατί σκανδαλίζομαι, προσεύχομαι και στο σπίτι μου».
Στην εποχή που ζούμε η νέα τάξη πραγμάτων έχει εισχωρήσει στον χώρο της εκκλησίας και έχουμε δει όντως πολλά με τα μάτια μας που μπορούν να μας σκανδαλίσουν και να μας αποτρέψουν από τον συχνό εκκλησιασμό.

Ξεκινώντας από ψηλά θα διαπιστώσουμε ότι η εξουσία και το χρήμα έχει κυριαρχήσει και δυστυχώς το λάθος παράδειγμα παρασύρει το ποίμνιο σε λάθος δρόμο ή το απομακρύνει τελείως. Είναι η πιο συχνή δικαιολογία για να μην πηγαίνουμε στην εκκλησία και ακούμε τον λάθος λογισμό που μας τονίζει όσα πράττουν όσοι έχουν αυτή την εξουσία. Αρκεί μία άσχημη είδηση ή μία άσχημη συμπεριφορά του κλήρου για να μας αποτρέψει από τον αγώνα μας;

Συχνά ακούμε παράπονα πως όσοι εκκλησιάζονται σκανδαλίζονται από τον κόσμο. Πως πηγαίνουν στην εκκλησία για κοινωνική κριτική, για να δείξουν πως είναι καλοί χριστιανοί, ακόμα και για δημόσιες σχέσεις ή για την εικόνα τους.

Αξίζουν όμως αυτοί οι λογισμοί να μας αποτρέψουν από τον συχνό εκκλησιασμό μας;
Ακόμα και αν όλοι αυτοί οι προβληματισμοί είναι σωστοί, δεν αξίζει να τους αφήσουμε να μας στερήσουν το υπέροχο δώρο του εκκλησιασμού που μας χάρισε ο Θεός, σκεπάζοντάς μας με την Θεία Χάρη που νιώθουμε μέσα στον Ναό.

Το πρώτο πράγμα που με είχε συμβουλέψει ο πνευματικός μου ήταν να εκκλησιάζομαι συχνά. Πόσο δίκιο είχε, το κατάλαβα αργότερα…

Είναι ο οίκος του Θεού που μας περιμένει όσο αμαρτωλοί κι αν είμαστε να κλάψουμε και να γαληνέψουμε στην αγκαλιά Του.
Είναι οι εικόνες των Αγίων που σου δείχνουν την ζωντανή παρουσία τους μέσα στον Ναό.
Είναι η στιγμή που θα κοινωνήσουμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού για να μας ελεήσει ο Θεός και να κατοικήσει μέσα μας. Είναι ζωντανό το Άγιο Πνεύμα για να μας φωτίσει.
Είναι οι άγγελοι και οι αρχάγγελοι που βρίσκονται στην Αγία Τράπεζα. Είναι όσα δεν είμαστε άξιοι να δούμε με τα γήινα μάτια μας, αλλά τα νιώθει η ψυχή μας. Όσα λόγια και αν μας πει κάποιος, αν δεν βρεθούμε εκεί την ώρα της Θείας Λειτουργίας δεν θα νιώσουμε στην ψυχή μας την ανάπαυση.

«Είναι η στιγμή που θα πάρεις δύναμη για να κυλήσει ομαλά η εβδομάδα σου», μου είχε πει η γερόντισσα όταν παραμέλησα τον εκκλησιασμό.
Με πίστη, αγάπη, υπακοή και μετάνοια ας σταθούμε στην ουσία του εκκλησιασμού, αφήνοντας την κρίση όσων μας σκανδαλίζουν στον Θεό και ας ευχηθούμε να μας βοηθάει να διώχνουμε τους κακούς λογισμούς με καλούς λογισμούς με την Θεία Φώτισή Του.

Της Αλεξάνδρας Παλαιολόγου

Τρίτη 12 Σεπτεμβρίου 2017

Μετάνοια λοιπὸν εἶναι νὰ ζεῖς τὴ ζωὴ τῆς Βαπτίσεως.





Τὴν Κυριακὴ πρὶν τὰ Φῶτα τὸ Εὐαγγέλιο μᾶς μίλησε γιὰ τὴ μετάνοια ὡς ἔργο τοῦ Προφήτη· σήμερα, Κυριακὴ μετὰ τὰ Φῶτα, μᾶς ἀποκαλύπτει πὼς ἡ μετάνοια εἶναι τὸ ἔργο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ φανερώνει τὸ πόσο μεγάλο καὶ σημαντικὸ γιὰ τὴ σωτηρία μας εἶναι τὸ θέμα τῆς μετάνοιας, ἐνῶ παράλληλα δείχνει καὶ τὸ πόσο ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ μετάνοια, - οὐσιαστικὰ ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ Θεό -, ὅταν τὴν ἀντιμετωπίζουμε εἴτε ψυχολογικὰ ὡς μεταμέλεια, εἴτε νομικίστικα ὡς ἄφεση.

Ἡ ἄμεση σύνδεσή της μὲ τὴ Βάπτιση τοῦ Κυρίου φωτίζει «τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου», εἶναι ἀκριβῶς τὸ θεῖο ἐκεῖνο φῶς ποὺ ἀνατέλλει μέσα στὴ σκοτεινὴ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἐπιστρέφει στὸ Θεό. Ἡ ἐπιστροφὴ εἶναι ποὺ φέρνει τὴ μετάνοια, ἄν δὲν λάμψει τὸ φῶς μέσα σου δὲν μετανοιώνεις ποτὲ, παρὰ μόνο προσθέτεις στὴν ψυχή σου καὶ τὸ βάρος τῶν θλίψεων καὶ τῶν ἐνοχῶν. Μονάχα ὅταν πλησιάσεις τὸ φῶς μπορεῖς νὰ δεῖς καθαρά, μόνον τότε διαλύονται τὰ σκοτάδια μέσα σου καὶ γνωρίζεις τὸν ἑαυτό σου.
Ἡ σύνδεση τῆς μετάνοιας μὲ τὴ Βάπτιση τοῦ Κυρίου καὶ πολὺ περισσότερο ἡ ἴδια ἡ Βάπτισή Του, μᾶς ἀποκαλύπτουν τὴν πραγματικὴ φύση καὶ τὸ νόημα τῆς μετάνοιας.

Ἡ Βάπτιση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ δὲν ἦταν συμβολική, ἀλλὰ πραγματική! «οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην».Ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἀποδοχὴ τοῦ Βαπτίσματος τοῦ Χριστοῦ. Μετάνοια λοιπὸν εἶναι νὰ ζεῖς τὴ ζωὴ τῆς Βαπτίσεως· πρῶτα ὡς ἀποταγὴ τοῦ Σατανᾶ, τῶν ἔργων του, τῆς λατρείας καὶ τῶν ἀγγέλων του κι ἔπειτα ὡς σύνταξη μὲ τὸ Χριστό! Ἡ κολυμβήθρα, ἡ Ἐκκλησία, εἶναι ὁ τάφος τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου, μὰ ταυτόχρονα καὶ ἡ Ἀνάσταση τῆς ζωῆς. Ἡ μετάνοια εἶναι τὸ λευκὸ ἔνδυμα τῆς βαπτίσεως, εἶναι ὅ,τι βάζει ὁ ἄνθρωπος στὸ μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας.

Μετάνοια εἶναι ν᾽ ἀφήσεις τὴ χώρα καὶ τὴ σκιὰ τοῦ θανάτου καὶ νὰ ἐπιλέξεις νὰ ζεῖς στὸ φῶς, ποὺ μᾶς φανερώθηκε. Ὁσο πλησιάζεις τὸ φῶς, τόσο διαλύονται τὰ σκοτάδια μέσα σου Μαζὶ μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση ἁγιάζεται ὁλόκληρη ἡ κτίση, ἡ ὁποία τρομάζει μὲ τὴ θέα καὶ τὸ «ἄγγιγμα» τοῦ Θεοῦ· «ἡ θάλασσα εἶδε καὶ ἔφυγεν, ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὁπίσω· τὰ ὄρη ἐσκίρτησαν».

π.Χρήστου Ζαχαράκη



Υποδοχή Ιερού Λειψάνου Αγίου Γεωργίου και Πρόγραμμα Ιερών Ακολουθιών από 25/10 έως 30/10 μηνός Οκτωβρίου

  ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΦΩΚΙΔΟΣ Ιερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου Πολυδρόσου  Πρόγραμμα Ιερών Ακολουθιών  Από 25/10/2023 Έως 30/10/2023 Τετάρτη ...