
Ο Αιδεσιμ. Πρόεδρος του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου είναι ο εφημέριος του Ιερού Ναού ή όπου υπάρχουν περισσότεροι του ενός, ο ορισθείς υπό του Μητροπολίτου Ιερατικώς Προϊστάμενος αυτού. Κατά τήν Ορθόδοξη Θεολογία μας ο Ιερεύς είναι εκπρόσωπος του Επισκόπου στήν Ενορία του. Σάν Πρόεδρος δέ του Εκκλ. Συμβουλίου διοικεί τήν ενορία μαζί σας, εν ονόματι πάντοτε του Επισκόπου, χωρίς τάσεις ανεξαρτητοποιήσεως καί αυτονομίας. Οι Πρεσβύτεροι είναι συνηρμοσμένοι πρός τόν επίσκοπο των «ως χορδαί κιθάρα».
2. Ο Πρόεδρος του Εκκλ. Συμβουλίου συγκαλεί σέ συνεδρίαση τό Συμβούλιο, προεδρεύει αυτού, συντάσσει τήν Ημερησία Διάταξη των πρός συζήτηση θεμάτων καί διευθύνει τίς εργασίες του. Πάντες του αποδίδετε τιμή καί σεβασμό.
3. Δέν είναι νόμιμη η συνεδρίαση του Εκκλ. Συμβουλίου εάν δέν τήν συγκαλέσει ο Πρόεδρος ή εάν δέν παρίσταται σέ αυτήν. Μοναδική εξαίρεση του κανόνος αυτού αποτελεί η περίπτωση, κατά τήν οποία ο ίδιος ο Πρόεδρος θέλει νά απουσιάση καί εγκρίνει τήν εν απουσία του συνεδρίαση, οπότε αναπληρώνεται υπό του αντιπροέδρου καί η συνεδρίαση είναι νόμιμη εφ’ όσον παρίστανται τουλάχιστον τρία μέλη.
4. Οι κ.κ. επίτροποι δέν έχουν κανένα απολύτως δικαίωμα επί του ή των ιερέων, δηλ. νά τούς ελέγχουν, να τούς διατάζουν ή νά τούς επιβάλλουν κάποια συγκεκριμένη ενέργεια ή παράλειψη. Οι ιερείς έχουν τήν αναφοράν τους στόν Μητροπολίτη τους, ο οποίος είναι καί ο μόνος αρμόδιος να τούς ελέγχει. Εάν οι Επίτροποι έχουν κάποιο παράπονο από τόν ιερέα των, οφείλουν νά τό αναφέρουν στόν Μητροπολίτη καί εκείνος έχει δικαίωμα καί υποχρέωση νά επιληφθεί καί νά δώση λύση. Οι Εκκλ. Επίτροποι δεν έχουν δικαίωμα νά διατάζουν τόν ιερέα ή νά αποφασίζουν αυτοί χωρίς νά τόν ερωτούν. Αυτό συνιστά αυθαιρεσία. Ούτε ο Ιερεύς μόνος του δικαιούται νά αποφασίζει γιά θέματα πού ανάγονται στήν αρμοδιότητα του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου, περιφρονώντας έτσι τους λαϊκούς συνεργάτες του-μέλη του Συμβουλίου, αλλ’ ούτε καί τά λαϊκά μέλη έχουν τό δικαίωμα από μόνα των, καί χωρίς τόν Πρόεδρόν των, νά παίρνουν αποφάσεις, καί πολύ περισσότερον νά τίς εκτελούν, χωρίς μάλιστα καί τήν έγκριση της Ι. Μητροπόλεως.
5. Ασέβεια ή ανυπακοή πρός τόν Αιδεσιμ. Πρόεδρον συνιστα παράπτωμα, επισύρον ποινές, μέχρι καί απολύσεως. Όπου κυριαρχεί αγάπη καί συνεργασία, εκεί ποτέ δέν δημιουργούνται προβλήματα.
6. Οι κ.κ. Επίτροποι, οφείλοντες τήν πιό πάνω τιμή καί σεβασμό πρός τόν ιερέα των, δικαιούνται καί αυτοί νά απολαμβάνουν από αυτόν αγάπης καί τιμής. Ο καλός Ιερεύς ποτέ δέν παραλείπει νά τιμά τούς αμέσους συνεργάτες του, όπως είναι τά μέλη του Εκκλ. Συμβουλίου. Γι’ αυτό επιβάλλεται μεταξύ Ιερέως καί Επιτρόπων νά υπάρχουν πνευματικοί δεσμοί ερειδόμενοι επί της πνευματικής σχέσεως Ποιμένος καί ποιμνίου. ‘Οπου αυτό υπάρχει εκεί απουσιάζουν προβλήματα σχέσεων μεταξύ των.
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ Υπ' αριθμ. 8/79
«Περί Ιερών Ναών και Ενοριών»
Αρθρο 1 : Ιεροί Ναοί
Οι Ναοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος διακρίνονται εις :
α) Ενοριακούς, εις ους υπάγονται τα Παρεκκλήσια και Εξωκκλήσια τούτων.β) Προσκυνηματικούς ή επικουρούντας κοινωφελείς σκοπούς και Ιδρύματα της Εκκλησίας.γ) Ιδιοκτήτους και
δ) Ναούς Κοιμητηρίων.
Αρθρο 2 : Ενοριακοί Ι. Ναοί
1. Οι Ενοριακοί Ι. Ναοί λογίζονται νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου κατά τα εις το άρθρ. 1 παρ. 4 του Νομ. 590/77 οριζόμενα.Ιδρύονται δια Π.Δ./τος εκδιδομένου τη προτάσει του Υπουργού Εθνικής παιδείας και Θρησκευμάτων, τη αιτήσει του ημίσεος τουλάχιστον του κατά τας κειμένας διατάξεις προβλεπομένου δι ίδρυσιν ενορίας αριθμού οικογενειών, μετά σύμφωνον γνώμην του οικείου Μητροπολιτικού Συμβουλίου και γνωμοδότησιν του οικείου Δημοτικού ή Κοινοτικού Συμβουλίου, παρεχομένην εντός μηνός από της διαβιβάσεως της σχετικής αιτήσεως, μη κωλυομένης της εκδόσεως του δ/τος εκ της απράκτου παρόδου της προθεσμίας ταύτης.
2. Το Νομικόν Πρόσωπον του Ενοριακού Ι. Ναού εκπροσωπείται ενώπιον πάσης Αρχής ή Δικαστηρίου υπό του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου, αντιπροσωπευομένου ενώπιον πάσης Αρχής ημεδαπής ή αλλοδαπής και παντός Δικαστηρίου υπό του Προέδρου ή μέλους του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου, οριζομένου δι αποφάσεως αυτού είτε επί ωρισμένη περιόδω, είτε ως προς εκάστην παρουσιαζομένην περίπτωσιν, όρκος δε δίδεται, εάν επιβάλλεται, υπό του Προέδρου ή μέλους του εκκλησιαστικού Συμβουλίου, οριζομένου υπό τούτου, κατά το άρθρ. 51 παρ. 2 εδαφ. δ του Νομ. 590/77.3. Επιτρέπεται η απαλλοτρίωσις λόγω δημοσίας ωφελείας παντός ακινήτου απαραιτήτου προς ανέγερσιν ή επέκτασιν Ιερού Ναού ή και προαυλίου αυτού. Η απαλλοτρίωσις ενεργείται μετά γνώμην του οικείου Μητροπολιτικού Συμβουλίου και έγκρισιν της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, κατά τας εκάστοτε ισχυούσας περί απαλλοτριώσεως διατάξεις και εφόσον ορίζεται εν τη σχετική πράξει το Εκκλησιαστικόν νομικόν πρόσωπον, όπερ θέλει αναλάβει το βάρος της καταβολής της εκ της απαλλοτριώσεως αποζημιώσεως.
4. Οι Ι. Ναοί συμμορφούνται επακριβώς προς τας υπό των οικείων Μητροπολιτών γενικάς και ειδικάς οδηγίας τελούντες υπό την πνευματικήν και διοικητικήν δικαιοδοσίαν αυτών ως και την άμεσον επίβλεψιν και καθοδήγησιν των ιερατικών αυτών προϊσταμένων δια την επιτέλεσιν της θείας λατρείας και την εξυπηρέτησιν των θρησκευτικών αναγκών του Χριστεπωνύμου πληρώματος.
Αρθρο 7 : Περί Εκκλησιαστικών Συμβουλίων1. Την διαχείρισιν, διοίκησιν και την εν γένει αξιοποίησιν της περιουσίας του Ιερού Ναού έχει το Εκκλησιαστικόν Συμβούλιον, αποτελούμενον :
α) Εκ του Εφημερίου, ως Προέδρου, οριζομένου κατά τας διατάξεις της παρ. 8 του άρθρ. 37 του Νομ. 590/77.β) Εκ τεσσάρων λαϊκών μελών, εκλεγομένων και διοριζομένων εκ του Καταλόγου των ενοριτών υπό του Μητροπολιτικού Συμβουλίου τη προτάσει του οικείου Μητροπολίτου. Το Μητροπολιτικόν συμβούλιον δύναται, προκειμένου περί Ναών χωρίων μέχρις εκατόν οικογενειών, να εκλέγη και διορίζη δύο μέλη.2. Ινα εκλεγή τις και διατελέση μέλος του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου δέον :
α) Να μη έχη καταδικασθεί επί κακουργήματι ή πλημμελήματι κατά τα εν άρθρ. 11 του υπ' αριθμ. 5/78 Κανονισμού διαλαμβανόμενα.β) Να είναι σχετικώς εγγράμματος.γ) Να μη τελή εν αντιδικία κατά του Ναού.δ) Να μη έχει καταλογισθή εις βάρος αυτού ως Εκκλησιαστικού Συμβούλου ποσόν τι δι οριστικής δικαστικής ή καταλογιστικής επί του απολογισμού αποφάσεως.ε) Να μη οφείλει εις τον Ναόν καιστ) Να είναι αφοσιωμένον τέκνον της Εκκλησίας.3. Απαγορεύεται η εκλογή συμβούλων συγγενών προς αλλήλους και προς τον Εφημέριον πρόεδρον μέχρι και του τετάρτου βαθμού εξ αίματος ή και του τρίτου εξ αγχιστείας. Εις δε συνοικισμούς κάτω των εκατόν οικογενειών απαγορεύεται η εκλογή Συμβούλων συγγενών μέχρι τρίτου βαθμού εξ αίματος και επιτρέπεται η εκλογή αδιακρίτως των εξ αγχιστείας.4. Εις ας περιπτώσεις υφίστανται διαφοραί μεταξύ Ναού και δήμου ή Κοινότητος απαγορεύεται η ανάδειξις ως Εκκλησιαστικών συμβούλων μελών του Δήμου ή του Κοινοτικού Συμβουλίου, εάν δε γεννηθή η διαφορά διαρκούσης της θητείας των Συμβούλων, οι εκ των μελών του Δημοτικού ή Κοινοτικού Συμβουλίου Εκκλησιαστικοί Σύμβουλοι αντικαθίστανται δι αποφάσεως του Μητροπολιτικού συμβουλίου.5. Το αξίωμα του λαϊκού Εκκλησιαστικού Συμβουλίου είναι τιμητικόν, άμισθον και ασυμβίβαστον προς το έργον εμμίσθου υπαλλήλου του Ι. Ναού.6. Η θητεία των Εκκλ. Συμβουλίων ορίζεται τριετής, της τριετίας αρχομένης εκάστοτε από της 1ης Ιανουαρίου του καθ ο διωρίσθησαν έτους και ληγούσης την 31ην Δεκεμβρίου του τρίτου από του διορισμού των έτους, η δε εγκατάστασις αυτών γίνεται εκάστοτε την 1ην Ιανουαρίου.7. Η παραίτησις του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου υποβάλλεται εγγράφως απευθείας ή δια του Προέδρου του Εκκλ. Συμβουλίου εις τον οικείον Μητροπολίτην, αποφασίζει δε επί της παραιτήσεως το Μητροπολιτικόν Συμβούλιον.8. Εκκλησιαστικός Σύμβουλος αποδημήσας ή μετοικήσας εις άλλην ενορίαν, απαλλάσσεται των καθηκόντων του μετ απόφασιν του Μητροπολιτικού Συμβουλίου, εκλέγεται δε εις αντικατάστασιν αυτού έτερος ενορίτης εκ του οικείου ενοριακού καταλόγου.9. Εκκλησιαστικός Σύμβουλος απουσιάσας αδικαιολογήτως κατά την κρίσιν του Μητροπολιτικού Συμβουλίου, επί τρεις συνεχείς συνεδριάσεις κηρύσσεται υπ αυτού έκπτωτος του αξιώματος του Εκκλησιαστικού Συμβούλου.10. Ωσαύτως δι ανεκκλήτου αποφάσεως του Μητροπολιτικού Συμβουλίου απολύεται μετ απολογίαν του μη κριθείσαν επαρκή, Εκκλησιαστικός Σύμβουλος, εκ συστήματος μη συμμορφούμενος προς πάσας εν γένει τας υποχρεώσεις του, ως και δι ολιγωρίαν περί την εκτέλεσιν των ανατεθειμένων αυτώ καθηκόντων και δια πάσαν τυχόν δυστροπίαν περί την καταβολήν των οφειλών προς το προσωπικόν του Ναού.11. Οι Εκκλησιαστικοί Σύμβουλοι ωσαύτως απολύονται :
α) Αν αποδεικνύωνται παραβάται των αποφάσεων και των προς αυτούς οδηγιών του οικείου Μητροπολίτου εν σχέσει προς τα εκ των Κανονισμών και των Νόμων καθήκοντα και δικαιώματα αυτών.β) Αν δεν υπέβαλον εμπροθέσμως προϋπολογισμόν και απολογισμόν της διαχειρίσεως αυτών και δεν συμμορφούνται προς την επί του προϋπολογισμού απόφασιν της αρμοδίας Αρχής.γ) Εάν παραμελώσιν ή αρνώνται την διεξαγωγήν δικών προς προστασίαν των συμφερόντων του Ναού ή γενικώς ολιγωρώσι περί την προαγωγήν αυτών.δ) Εάν καθ υποτροπήν αναμειγνύωνται εις τα τελετουργικά καθήκοντα του Εφημερίου και τας αρμοδιότητας και καθήκοντα των ιεροψαλτών και νεωκόρων επί των οποίων εποπτείαν έχει ο εφημέριος ή ασεβώσι προς τον εφημέριον.12. Τους Εκκλησιαστικούς Συμβούλους, ιδρυομένης νέας ενορίας, διορίζει διαρκούσης της τριετούς θητείας και δια το υπόλοιπον αυτής, το Μητροπολιτικόν Συμβούλιον εκ του εγκεκριμένου καταλόγου των ενοριτών, προτάσει του οικείου Μητροπολίτου.
Αρθρο 8 : Συνεδρίαι των Εκκλησιαστικών συμβουλίων1. Το Εκκλησιαστικόν Συμβούλιον κατά την πρώτην συνεδρίασιν αυτού, οριζομένην υπό του Εφημερίου Προέδρου, εκλέγει τον Αντιπρόεδρον, τον Γραμματέα και τον Ταμίαν αυτού, το δε σχετικόν πρακτικόν υποβάλλεται εις το Μητροπολιτικόν Συμβούλιον.2. Τας εν γένει εργασίας του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου διευθύνει ο Πρόεδρος εν απουσία δε ή άλλω κωλύματι τούτου, ο Αντιπρόεδρος, εξουσιοδοτούμενος υπό του Προέδρου.3. Το Εκκλησιαστικόν Συμβούλιον καλείται εις συνεδρίαν υπό του Προέδρου αυτού εις ημέραν και ώραν καθοριζομένην υπ αυτού, οσάκις ούτος κρίνη τούτο αναγκαίον ή ζητήσωσι τούτο εγγράφως δύο των μελών αυτού.4. Το Εκκλησιαστικόν Συμβούλιον θεωρείται εν απαρτία παρισταμένου του Κληρικού μέλους αυτού και δύο τουλάχιστον των λαϊκών μελών αυτού.5. Κωλυομένου του Προέδρου, η συνεδρία θεωρείται νόμιμος αν παραστώσι κατ αυτήν τρία των μελών του Συμβουλίου προεδρεύοντος του επί τούτω εξουσιοδοτηθέντος Αντιπροέδρου.6. Αι αποφάσεις Εκκλησιαστικού Συμβουλίου λαμβάνονται κατά πλειονοψηφίαν, εν ισοψηφία νικώσης της ψήφου του Προέδρου.7. Ο Πρόεδρος του εκκλησιαστικού Συμβουλίου προϊσταται τούτου εν δημοσίαις ή επισήμοις εμφανίσεσιν αυτού, ως αντιπρόσωπος του οικείου Αρχιερέως.
Τα καθήκοντα των εκκλησιαστικών επιτρόπων
1. Πρώτιστο καθήκον είναι νά συνεργάζεσθε μέ αρμονία καί αγάπη μεταξύ σας, μέ στόχο τήν προαγωγή της ενορίας σας πνευματικά καί υλικά. Οπου λείπει αυτή η συνεργασία εκεί βλάπτεται η Εκκλησία, σκανδαλίζοντανι οι πιστοί καί θλίβεται η ιερά Μητρόπολη, η οποία αναγκάζεται νά επεμβαίνει όπου χρειάζεται, πρός αποκατάσταση της τάξεως, της αγάπης, της ευπρεπείας καί της υπευθυνότητος.
2. Δέν θά πρέπει νά λησμονήσετε ότι δέν διωρισθήκατε απλώς καί μόνον γιά νά εισπράττετε ή γιά νά καταμετρείτε τά χρήματα. Βασική αποστολή σας είναι η εξασφάλιση των αναγκαίων προϋποθέσεων γιά τήν καλή καί αποδοτική λειτουργία της ενορίας σας, ως κέντρου της Θείας Λατρείας και κοινωνικής προσφοράς στόν λαό μας. Επομένως η ενορία είναι κυρίως κέντρο πνευματικής, λατρευτικής, ιεραποστολικής καί κοινωνικής ζωής καί προσφοράς. Καί είναι καί κέντρο διοικήσεως καί διδαχής. Πρός τούτο, καθιστάμενοι υπόδειγμα ευλαβείας καί αγάπης πρός τόν Αίδεσιμ. Πρόεδρόν σας, νά μελετήσετε τρόπους γιά τήν πνευματική αναβάθμιση της ενορίας σας. Εάν η Ενοριακή Κοινότητα δέν γίνει πόλος έλξεως όλων, ει δυνατόν, των ενοριτών, αν σ’αυτήν δέν βρίσκει καταφύγιο κάθε πιστός, τότε χάνει τόν λόγο της υπάρξεώς της καί μεταβάλλεται σέ μουσειακό αντικείμενο, μονάδα άψυχη καί ανενεργή.
3. Γιά νά γίνουν όλα αυτά μας χρειάζονται οι αναγκαίες υλικοτεχνικές προϋποθέσεις καί τά μέσα, γιά τήν εξασφάλιση των οποίων εσείς οφείλετε νά μεριμνάτε. Αρχίζοντας από τόν εξωραϊσμό καί τήν αποπεράτωση του Ναού σας, θά προχωρήσετε, μέ μιά σωστή αξιολόγηση, στόν εσωτερικό του διάκοσμο καί στόν εξοπλισμό του μέ καθίσματα, θέρμανση κ.λ.π. Η φιλότιμη αυτή προσπάθειά σας θά αποδώσει, όπως απέδωσε μέχρι τώρα κάθε άλλη ανάλογη προσπάθεια, γιατί ο λαός μας είναι ευλαβής, σέβεται τήν εκκλησία του καί συντρέχει μέ τόν οβολό του, τά έργα της ενορίας του. Τό κράτος δέν μας βοηθά συστηματικά, παρεκτός εκτάκτων περιπτώσεων. Τά χρήματα τά αναζητούμε από τόν λαό μας, ο οποίος όταν βλέπει ότι γίνονται έργα καί ότι τά χρήματά του αξιοποιούνται σωστά, δέν διστάζει νά βοηθεί.
4. Επειδή θά διαχειρισθείτε ιερά χρήματα πού δέν σας ανήκουν, επιβάλλεται νά τηρήσετε μέ σχολαστικότητα καί ευταξία όλα τά απαραίτητα βιβλία διαχειρίσεως, πού πρέπει νά είναι εσφραγισμένα από την Ι. Μητρόπολη. Ο Ι. Ναός είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ( Ν.Π.Δ.Δ.) Τούτο σημαίνει ότι η διαχείριση των εσόδων του υπάγεται στίς δεσμεύσεις του δημοσίου λογιστικού καί ελέγχεται από δημόσια όργανα τόσον της Εκκλησίας, όσον καί του Κράτους. Οικονομικές καί άλλες διαχειριστικές ατασθαλίες, εκτός του ότι θά σας εκθέσουν προσωπικά όταν γνωσθούν, θά προξενήσουν βλάβη στήν ψυχή σας καί θά ζημιώσουν σύνολη τήν εκκλησία.
5. Καθήκον έχετε νά περιφρουρήσετε τήν ακίνητη καί κινητή περιουσία του Ναού σας. Αυτό είναι έργο ιερό, διότι καί η περιουσία πού τυχόν έχει ο Ναός σας είναι ιερή. Τήν αφιέρωσαν σ’ αυτόν άνθρωποι ευσεβείς μέ δωρεές καί αφιερώσεις. Τήν εσεβάσθησαν οι αιώνες. Μπορεί να είναι μικρή καί ασήμαντη. Χρέος έχετε να τήν προστατεύσετε από τή βουλιμία των καταπατητών, των επιβούλων καί των ασεβών. Μέ τήν σώφρονα διαχείριση της περιουσίας, θά αυξήσετε τούς πόρους της ενορίας σας καί θά της δώσετε τήν δυνατότητα νά επιτελέσει καί άλλο έργο, χρήσιμο γιά τούς ενορίτες της. Η δέ ευθύνη σας απέναντι του Θεού είναι μεγάλη γιά κάθε θεληματική ή εξ αμελείας ζημία στήν ενορία σας από πράξεις ή παραλείψεις άστοχες επί του θέματος αυτού.
6. Η Ι. Μητρόπολη είναι στή διάθεσή σας γιά νά σας διευκολύνει σέ κάθε δυσκολία σας καί σέ κάθε πρόβλημά σας. Βασική σας αρχή πρέπει νά είναι η αξιοποίηση της περιουσίας του Ναού σας. Πολλές φορές η περιουσία αυτή μένει εγκαταλελειμμένη καί δέν αποδίδει. Πρέπει νά αναστρέψουμε τήν κακή αυτή εικόνα. Χρειαζόμαστε ανθρώπους ευφυείς, μέ πυγμή, μέ ορθή και έξυπνη σκέψη καί μέ πρακτικές λύσεις γιά νά λάβουν σωστές ἀποφάσεις.
7. Τήν περιουσία πού έχει ο κάθε Ναός οφείλετε νά τήν αξιοποιήσετε καί όχι νά τήν διασκορπίσετε σέ έργα, καλά μέν καί άγια, τά οποία όμως μπορεί νά γίνουν καί μέ άλλους τρόπους ( π.χ.Λαχειοφόρους αγορές, σύσταση Ερανικών Επιτροπών κ.τ.λ).
8. Αν παρά ταύτα, μέσα στά πλαίσια της αξιοποιήσεως ενός ακινήτου του Ναού σας κρίνετε ότι επιβάλλεται, ως καλύτερη λύση η πώλησή του, τούτο θά πρέπει απαραιτήτως νά συνδυάζεται μέ τήν άμεση επένδυση των χρημάτων από τήν πώληση σέ άλλο ακίνητο προσοδοφόρο, ώστε τελικά νά μή μείνει ο Ναός σας τελείως αθωράκιστος από πάγια έσοδα. Προϋποτίθεται η προς τούτο έγκριση του Μητροπολιτικού μας Συμβουλίου.
9. Η απόκρυψη εσόδων του Ι. Ναού σας, μέ σκοπό τήν αποφυγή καταβολής των νομίμων υποχρεώσεών σας καί η τήρηση ανεπισήμου Ταμείου αυθαιρέτου, είναι πράξη παράνομη και δημιουργεί αταξία στή διαχείρηση. Επειδή δέ η ευθύνη γιά τή διαχείρηση δεν βαρύνει μόνο τόν Ταμία, αλλά είναι συλλογική, καλόν είναι νά γνωρίζετε ότι είσθε όλοι συνυπεύθυνοι καί οφείλετε «εις ολόκληρον» κάθε ποσόν πού θά σας καταλογισθή σέ περίπτωση καταγγελίας καί ελέγχου πού θά διενεργηθή. Γι’ αυτό φροντίσατε νά τηρούνται οι νόμοι, ώστε νά μήν παραστή ποτέ ανάγκη νά κληθήτε νά δώσετε λόγον γιά πράξεις ή παραλείψεις σας περί τήν διαχείριση.
10. Η αποσφράγιση των κυτίων, η καταμέτρηση των χρημάτων του παγκαρίου πρέπει νά γίνεται συχνά, τουλάχιστον άπαξ της εβδομάδος, καί τούτο επειδή ο κίνδυνος διαρρήξεων καί κλοπής των χρημάτων έχει γίνει τελευταία πολύ αισθητός. Η όλη διαδικασία του ανοίγματος καί της καταμετρήσεως πρέπει νά γίνεται επί παρουσία όλωνκαί όχι μόνον του ταμία, καί πάντως εν γνώσει όλων. Τά κυτία νά έχουν ανά 2 κλειδιά. Ανά ένα κρατούν ο Πρόεδρος καί ο Ταμίας Δέν επιτρέπεται ένα πρόσωπον νά κατέχει καί τά 2 κλειδιά. Δέν είναι θέμα εμπιστοσύνης, είναι θέμα τάξεως και εντυπώσεων. Μετά από κάθε καταμέτρηση συντάσσεται Πρακτικό και υπογράφεται από όλους τούς επιτρόπους καί τόν Πρόεδρο. Τό ίδιο ισχύει καί γιά τό προϊόν περιφοράς Δίσκου κατόπιν εντολής της Ι. Μητροπόλεως γιά ορισμένο σκοπό. Τό περιεχόμενο του τακτικού δίσκου πού περιφέρεται κάθε Κυριακή, όσον και του δίσκου του Φιλοπτώχου, όπου υπάρχει, τό ρίπτετε εντός του κυτίου καί τό καταμετρείτε μέ τό άνοιγμά του. Η ρίψη αυτή πρέπει νά γίνεται μετά τό πέρας της Θ. Λειτουργίας, ώστε ο θόρυβος των κερμάτων νά μή ενοχλεί κανένα, ούτε νά σκανδαλίζει.
11. Ο τακτικός δίσκος υπέρ της Εκκλησίας περιφέρεται τίς Κυριακές εις τό «Εξαιρέτως…» από πρόσωπα έγκυρα.. Κατά τήν ώραν της Κυριακής Προσευχής («Πάτερ Ημών…») σταματά επ’ ολίγον η περιφορά καί συνεχίζεται ευθύς αμέσως.
12. Η ευταξία εντός του Ναού είναι βασικό καθήκον των επιτρόπων. Στό σημείο αυτό πρέπει νά γνωρίζετε ότι η τάξη μέσα στήν εκκλησία δέν επιβάλλεται μέ φωνές καί θυμούς, αλλά μέ ευπρέπεια καί σεμνότητα, καθώς καί μέ ύφος μειλίχιο καί ήπιο, δεικύον καί αυτό ευλάβεια καί σεβασμό πρός τήν ιερότητα του χώρου.
Αρθρο 9 : Αρμοδιότητες Εκκλησιαστικών Συμβουλίων
1. Το Εκκλησιαστικόν Συμβούλιον έχει την υπεύθυνον διαχείρισιν του Ι. Ναού, συντάσσει τον Προϋπολογισμόν και Απολογισμόν των εσόδων και εξόδων αυτού, τον μεν πρώτον εντός του Νοεμβρίου του προηγουμένου έτους, τον δε δεύτερον εντός του Φεβρουαρίου εκάστου έτους.2. Πάσα πληρωμή δαπάνης του Ναού ενεργείται υπό του Ταμίου, επί τη βάσει εντάλματος πληρωμής εκ στελέχους ηριθμημένου και τεθεωρημένου υπό της Ι. Μητροπόλεως, υπογεγραμμένου υπό του Προέδρου του εκκλησιαστικού Συμβουλίου. Εν ουδεμία περιπτώσει ο Εφημέριος εκτελεί χρέη ταμίου. Εν εναντία περιπτώσει τιμωρείται δι αργίας μέχρι δύο μηνών μετά ή άνευ της στερήσεως των αποδοχών αυτού.Εις το ένταλμα τούτο πρέπει να προσαρτώνται πάντα τα παραστατικά έγγραφα της δαπάνης. Δια την νομιμότητα των διατασσομένων πληρωμών ευθύνεται ο υπογράφων το ένταλμα Πρόεδρος, ο δε Ταμίας ευθύνεται και δια την νομιμότητα και το ακριβές της πληρωμής εφαρμοζομένων εν αναλογία των σχετικών διατάξεων του νόμου περί δημοσίου λογιστικού. Ο Ταμίας υποχρεούται να αρνηθή την πληρωμήν δαπάνης, διατασσομένης παρά τας διατάξεις του παρόντος ή άνευ των νομίμων δικαιολογητικών. Εν πάση άλλη περιπτώσει αρνούμενος αδικαιολογήτως την πληρωμήν απαλλάσσεται των καθηκόντων αυτού, ως Συμβούλου, αποφάσει του οικείου Μητροπολιτικού Συμβουλίου.
3. Το Εκκλησιαστικόν Συμβούλιον αποφασίζει :
α) Περί ανεγέρσεως Ναού ή επισκευής, διακοσμήσεως και συντηρήσεως του υπάρχοντος Ενοριακού και των παρεκκλησίων και Εξωκκλησίων αυτού.β) περί αγοράς, πωλήσεως, δωρεάς, ανταλλαγής και μισθώσεως ακινήτων κατά τας κειμένας διατάξεις, και της αξιοποιήσεως της αστικής και αγροτικής περιουσίας του Ναού.γ) Περί συνομολογήσεως δανείου, εγέρσεως αγωγών, ασκήσεως ενδίκων μέσων, παραιτήσεων επ αυτών, καταργήσεως δίκης, συμβιβασμών εξωδίκων και δικαστικών, διορισμού πληρεξουσίου και αποδοχής δωρεάς, κληρονομίας και κληροδοσίας κατά τας κειμένας διατάξεις.δ) περί βοηθημάτων δια σκοπούς Εκκλησιαστικούς και Φιλανθρωπικούς και δι Εκκλησιαστικά Ιδρύματα και συντήρησιν αυτών.ε) Περί πάσης δαπάνης, εκτάκτου, αφορώσης εις τας εκκλησιαστικάς τελετάς. Απασαι αι ως άνω αποφάσεις χρήζουν εγκρίσεως εκ μέρους του Μητροπολιτικού Συμβουλίου εφαρμοζομένων των διατάξεων του άρθρ. 12 του παρόντος.